Αξιότιμοι Κυρίες και Κύριοι,
Τα τελευταία χρόνια βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία αδυσώπητη πραγματικότητα. Τα στοιχεία είναι αδιαμφισβήτητα: Η θερμοκρασία του πλανήτη ανεβαίνει, ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνεται, η οικονομία και η εκβιομηχάνιση επεκτείνονται σε κάθε γωνιά της γης. Αυξάνεται, κατά συνέπεια, η ζήτηση για ενέργεια και παράλληλα η τιμή της.
Για την αντιμετώπιση αυτής της διπλής πρόκλησης, της αυξανόμενης ζήτησης για ενέργεια και της κλιματικής αλλαγής, επιδίωξη κάθε εθνικής πολιτικής είναι η εξασφάλιση επάρκειας ενεργειακών πόρων, η αύξηση της αποδοτικότητάς τους αλλά και η προστασία του περιβάλλοντος. Σε διεθνές επίπεδο η άνοδος των τιμών του αργού πετρελαίου και των προϊόντων του και η αύξηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από την καύση ορυκτών καυσίμων, θέτουν επιτακτικά επί τάπητος το θέμα της αξιοποίησης των ανανεωσίμων πηγών ενέργειας, ως της μόνης ρεαλιστικής εναλλακτικής πρότασης, που μπορεί να συμβάλλει στην εξασφάλιση βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης χωρίς να θυσιάζει στο βωμό της το μέλλον του πλανήτη.
Η προσέγγιση αυτή αποτελεί εξ άλλου και τη μόνη ειρηνική στρατηγική, βάσει της οποίας θα μπορέσομε μακροπρόθεσμα να τροφοδοτήσομε με ενεργειακούς πόρους την οικονομία και να παραμείνομε ταυτόχρονα ανταγωνιστικοί. Φωτοβολταϊκά συστήματα, ανεμογεννήτριες και βιοκαύσιμα εμφανίζονται πια ως βασικές πηγές ενέργειας του μέλλοντος, ενώ η ανάπτυξη της καινοτομίας και της τεχνολογίας στους τομείς αυτούς εξελίσσεται ταχύτατα.
Στην Ελλάδα είναι αλήθεια πως έχομε καθυστερήσει. Είναι όμως, επίσης, αλήθεια ότι η χώρα μας διαθέτει τεράστιο δυναμικό ανάπτυξης. Προσπαθούμε να επιταχύνομε τους ρυθμούς, για να καλύψομε το χαμένο έδαφος. Προωθούμε ένα ευρύ πλέγμα πρωτοβουλιών για την σταδιακή απεξάρτηση της χώρας από το πετρέλαιο, τη διασφάλιση του ομαλού εφοδιασμού της χώρας σε ενέργεια μακροπρόθεσμα και τον περιορισμό των εισαγωγών στο ενεργειακό ισοζύγιο. Ταυτόχρονα, εφαρμόζοντας τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για περιορισμό των εκπομπών ρύπων στην ατμόσφαιρα, προωθούμε τη χρήση του φυσικού αερίου και κυρίως τη χρήση των ΑΠΕ, τις οποίες, για καλή μας τύχη, διαθέτει η χώρα μας σε αφθονία.
Οι παρεμβάσεις μας είναι πολλές. Τόσο στο γραφειοκρατικό σκέλος, που αφορά στη χορήγηση αδειών για την κατασκευή και λειτουργία συστημάτων ΑΠΕ, όσο και σε βασικά ζητήματα, όπως η τιμολόγηση της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Χαρακτηριστικό είναι ότι η συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μας ισοζύγιο πριν από μία 5ετία μετά βίας έφθανε το 5,5% επί της συνολικής παραγομένης ηλεκτρικής ενέργειας ενώ σήμερα αγγίζει το 10%, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών εργοστασίων. Διαθέτομε εγκατεστημένα συστήματα ΑΠΕ συνολικής ισχύος 800MW, εκ της οποίας το 80-85% προέρχεται από αιολικά πάρκα. Σκοπός μας είναι να επιτύχομε, μέχρι το 2010, το στόχο του 20% που έχει τεθεί από τη σχετική Κοινοτική Οδηγία. Επιπλέον, σύμφωνα και με την 3η Έκθεση για το Επίπεδο Διείσδυσης της Ανανεώσιμης Ενέργειας, που υπεβλήθη από το Υπουργείο Ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον περασμένο Δεκέμβριο, αναμένεται ότι μέχρι το τέλος του 2010 θα λειτουργούν στην χώρα μας έργα ΑΠΕ, ισχύος 3.000MW, γεγονός που σημαίνει αύξηση της τάξεως του 270%.
Το νέο νομοθετικό πλαίσιο που αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά συστήματα δημιούργησε τις προϋποθέσεις οργάνωσης της αγοράς στον τομέα αυτό. Ο σχετικός νόμος 3468/2006 ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων ευρωπαϊκών χωρών προβλέπει την παροχή ενισχύσεων για τις παραγόμενες από τον ήλιο κιλοβατώρες και απλοποιεί τη διαδικασία χορήγησης αδειών. Ταυτόχρονα η δυνατότητα επιδότησης έως και 60% του κόστους της εγκατάστασης φωτοβολταϊκών συστημάτων μέσω του αναπτυξιακού νόμου 3299/2004 απετέλεσε ισχυρό κίνητρο για την πραγματοποίηση νέων επενδύσεων. Από τις εξακόσιες (600) αιτήσεις που έχουν κατατεθεί για παραχώρηση άδειας εγκατάστασης έχουν ήδη εγκριθεί περισσότερες από τις μισές. Είναι φανερό ότι ο νέος νόμος δημιούργησε μια νέα αγορά με εντυπωσιακή δυναμική.
Περίπου το 2,5% της ηλεκτροπαραγωγής μας παράγεται από ανεμογεννήτριες. Είναι γεγονός ότι υπάρχουν πολλές αντιδράσεις από τις τοπικές κοινωνίες για τη δημιουργία αιολικών πάρκων, αν και θεωρώ ότι πολλές φορές είναι υπερβολικές. Τα αιολικά πάρκα πρέπει να γίνουν εκεί όπου υπάρχει αιολικό δυναμικό. Στην Ελλάδα, κατάλληλες περιοχές είναι το Αιγαίο, η Εύβοια, η Ανατολική Πελοπόννησος, η Κρήτη και η Θράκη. «Κλειδί» για την επιτυχία των σχετικών σχεδίων είναι η επίτευξη κοινωνικής συναίνεσης. Αντιλαμβάνομαι τις επιφυλάξεις και τις αντιρρήσεις που εγείρονται γύρω από το θέμα αυτό και πιστεύω ότι αυτός που κάνει τη «θυσία» θα πρέπει να προσβλέπει σε κάποιο όφελος. Στη Δανία, η ανάπτυξη της αιολικής ενέργειας άρχισε την δεκαετία του '80, όταν ολόκληρα χωριά συνεργάζονταν για να κάνουν μια επένδυση. Στη Γερμανία, ξεκίνησε από τους αγρότες, όταν κατάλαβαν ότι με μία ανεμογεννήτρια στο χωράφι τους μπορούσαν να αυξήσουν το εισόδημά τους.
Σύμφωνα με στοιχεία της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, από τις 2.482 αιτήσεις που έχουν κατατεθεί για χορήγηση αδείας παραγωγής ενέργειας από AΠE, συνολικής ισχύος 32.019,4 MW, έχουν μέχρι σήμερα εγκριθεί 792 αιτήσεις για συνολική ισχύ 6.698,2307 MW, ενώ έχουν υλοποιηθεί και λειτουργούν μόλις 203 έργα ισχύος 749,4 MW.
Οι ισπανικές εταιρείες Iberdrola, Gamesa και Cesa, η γαλλική Energies Nouvelles, η ιαπωνική Eurus, η γερμανική Enercon, η αμερικανική AES, η αυστριακή Verbund, ακόμα και η ρωσική Gazprom επιδεικνύουν ενεργό ενδιαφέρον για την υλοποίηση σχεδίων AΠE στην Ελλάδα, ενώ μεγάλες ελληνικές εταιρείες, όπως η ΔEH, οι όμιλοι ΓEK-TΕΡΝΑ, Kοπελούζου, Mυτιληναίου, Ρόκα και Eλληνικής Tεχνοδομικής υλοποιούν και αναπτύσσουν ενεργειακές επενδύσεις στον τομέα αυτό.
Οι οικονομικές σχέσεις Ελλάδος και Ισραήλ αναπτύσσονται διαρκώς τα τελευταία χρόνια. Οι εμπορικές συναλλαγές αυξήθηκαν κατά 49,5% το 2006, την πρώτη χρονιά που έχουμε θετικό πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιο με το Ισραήλ. Το Ισραήλ, όπως και η Ελλάδα, εξαρτώνται σήμερα σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές πετρελαίου, προκειμένου να καλύψουν τις ενεργειακές ανάγκες τους. Το Ισραήλ, απολαμβάνει, όπως και η Ελλάδα, μεσογειακό κλίμα και έχει καταστεί το εργαστήριο και το ερευνητικό πεδίο για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Και οι δύο χώρες έχουν κάνει μεγάλα βήματα στις τεχνολογικές εφαρμογές των ΑΠΕ και στην εμπορική αξιοποίησή τους.
Είναι γνωστή η έντονη, πολύπλευρη και τεχνολογικά εξελιγμένη δραστηριότητα μεγάλου αριθμού ισραηλινών εταιρειών στον χώρο των ΑΠΕ, με προεξάρχουσα της εταιρεία Ormat, η οποία είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης και δεσπόζει παγκοσμίως.
Το πεδίο συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών είναι εξ αντικειμένου τεράστιο. Εναπόκειται στις εταιρείες των δύο χωρών να αναπτύξουν πρωτοβουλίες και μορφές συνεργασίας επί κοινή ωφελεία προσφέροντας υπηρεσίες όχι μόνο στους μετόχους τους αλλά και στις χώρες μας και στο κοινωνικό σύνολο. Η Ελληνική Κυβέρνηση επιθυμεί αυτού του είδους τη συνεργασία και θα την ενθαρρύνει με όλα τα μέσα που διαθέτει.
Σας ευχαριστώ.